Ποιος ήταν ο Γηρυόνης;
Ο Γηρυόνης ήταν βασιλιάς στην Ταρτησσό της Ισπανίας και είχε τη φήμη του δυνατότερου ανθρώπου στον τότε κόσμο. Ήταν ένα φοβερό τέρας που το είχε γεννήσει ο Χρυσάορας με τη κόρη του Ωκεανού, τη Νύμφη Καλλιρόη.Είχε τρία κεφάλια και τρία σώματα που ήταν ενωμένα στη μέση. Ο τόπος όπου έμενε ήταν το νησί Ερύθεια, στη μακρινή Δύση, πέρα από τον Ωκεανό όπου εκεί είχε και το κοπάδι του μετά θαυμαστά κοκκινότριχα βόδια. Βοσκός του κοπαδιού ήταν ο Ευρυτίωνας, γιος του Άρη, μαζί του είχε και το σκύλο Όρθο, σκυλί τέρας με δυο κεφάλια και με φιδίσια ουρά. Το είχε γεννήσει ο Τυφώνας με την Έχιδνα και είχε αδέρφια του τον Κέρβερο, τη Χίμαιρα και τη Λερναία Ύδρα. Με τέτοιους φύλακες ήταν αδύνατο να μπορέσει κανείς να κλέψει τα βόδια. Ο Ηρακλής όμως είχε εντολή από τον Ευρυσθέα να το κάνει και έπρεπε να φέρει εις πέρας το δέκατο άθλο του.
Ο Γηρυόνης ήταν βασιλιάς στην Ταρτησσό της Ισπανίας και είχε τη φήμη του δυνατότερου ανθρώπου στον τότε κόσμο. Ήταν ένα φοβερό τέρας που το είχε γεννήσει ο Χρυσάορας με τη κόρη του Ωκεανού, τη Νύμφη Καλλιρόη.Είχε τρία κεφάλια και τρία σώματα που ήταν ενωμένα στη μέση. Ο τόπος όπου έμενε ήταν το νησί Ερύθεια, στη μακρινή Δύση, πέρα από τον Ωκεανό όπου εκεί είχε και το κοπάδι του μετά θαυμαστά κοκκινότριχα βόδια. Βοσκός του κοπαδιού ήταν ο Ευρυτίωνας, γιος του Άρη, μαζί του είχε και το σκύλο Όρθο, σκυλί τέρας με δυο κεφάλια και με φιδίσια ουρά. Το είχε γεννήσει ο Τυφώνας με την Έχιδνα και είχε αδέρφια του τον Κέρβερο, τη Χίμαιρα και τη Λερναία Ύδρα. Με τέτοιους φύλακες ήταν αδύνατο να μπορέσει κανείς να κλέψει τα βόδια. Ο Ηρακλής όμως είχε εντολή από τον Ευρυσθέα να το κάνει και έπρεπε να φέρει εις πέρας το δέκατο άθλο του.
Το Ταξίδι στην Ερύθεια
Ο Ηρακλής ξεκίνησε από τις Μυκήνες για τη μακρινή Δύση, διασχίζοντας όλη την Ευρώπη ώσπου να φτάσει στην Ιβηρία, πριν από το ρεύμα του Ωκεανού. Στο δρόμο, σε κάθε τόπο από όπου περνούσε σκότωνε τα άγρια θηρία που προξενούσαν καταστροφές και τους κακούργους που λήστευαν και σκότωναν τους ανθρώπους. Αφού διέσχισε την Ευρώπη, πέρασε απέναντι στην Αφρική και - αφού έκανε διάφορα κατορθώματα - κατέληξε στην Ταρτησσό, η οποία βρισκόταν στον πορθμό που χωρίζει την Ευρώπη από την Αφρική, εκεί που πίστευαν ότι ήτα το τέλος του κόσμου. Στο μέρος αυτό ο Ηρακλής έστησε δυο μεγάλες στήλες , μία στην Αφρική και μία στην Ευρώπη, σε ανάμνηση του ταξιδιού του, που αργότερα ονομάστηκαν " στήλες του Ηρακλή".
Έπρεπε ο Ηρακλής να περάσει το ρεύμα του Ωκεανού για να φτάσει στο νησί Ερύθεια. Ήταν σε δύσκολη κατάσταση και δεν ήξερε τι να κάνει. Σκέφτηκε ότι μόνο μια λύση υπήρχε να ζητήσει το χρυσό κύπελο του Ήλιου. Το κύπελο αυτό ήταν φτιαγμένο από το θεό Ήφαιστο, ήταν άρμα που το έδενε ο ήλιος στις φοράδες του και με το οποίο ταξίδευε πάνω από τον Ωκεανό όταν ήθελε από τα σκοτάδια της δύσης να φτάσει στην ανατολή και να φέρει το φως της ημέρας. Ο Ηρακλής το ζήτησε και το πήρε από τον Ήλιο ή από τον Νηρέα, αλλά με διαταγή του Ήλιου. Λένε πως ο Ηρακλής τον ανάγκασε να του το δώσει. Ήταν μεσημέρι αποκαμωμένος από τη ζέστη καθόταν στην παραλία μη ξέροντας πως θα φύγει για το νησί. Τότε σήκωσε το τόξο του και σημάδεψε τον Ήλιο. Ο Ήλιος θαύμασε την τόλμη του και για αντάλλαγμα του επέτρεψε να χρησιμοποιήσει το κύπελο με την προϋπόθεση να το επιστρέψει την ίδια μέρη πριν βραδιάσει.
Μπήκε ο Ηρακλής στο κύπελο έχοντας μαζί του το κέρας της Αμάλθειας, του το είχε δώσει ο Ερμής, με όλα τα απαραίτητα τρόφιμα για το ταξίδι. Στη μέση του Ωκεανού άρχισε,μεγάλη τρικυμία και το κύπελο κινδύνευε να βουλιάξει. τότε ο Ηρακλής πήρε το τόξο του και απείλησε τον Ωκεανό και αμέσως η τρικυμία κόπασε.
Ο Ηρακλής μόλις έφτασε στο νησί Ερύθεια έτρεξε αμέσως στο βουνό Άβαντα και σκεφτόταν με ποιο σχέδιο θα αρπάξει τα βόδια του Γηρυόνη. Δυστυχώς όμως τον μυρίστικε ο Όρθος και όρμησε καταπάνω του. Ο Ηρακλής άρπαξε το ρόπαλό του και του έσπασε και τα δυο κεφάλια. Όμως άκουσε τα γαβγίσματα του σκύλου ο Ευρυτίωνας και κατάλαβε ότι κάποιος ξένος είχε πλησιάσει τα βόδια. Μόλις είδε τον Ηρακλή χύμηξε καταπάνω του αλλά ο Ηρακλής τον σκότωσε. Ανενόχλητος ο Ηρακλής μάζεψε τα βόδια και τα πήγαινε προς την παραλία. Όμως τον είδε ο βοσκός του Άδη, ο ο Μενοίτης, και ειδοποίησε το Γηρυόνη που τους πρόλαβε καθώς περνούσαν τον ποταμό Ανθεμούντα. Ο Ηρακλής σκότωσε το Γηρυόνη και τον έθαψε. Στο σημείο που τον έθαψε έβγαινε αίμα και αργότερα φύτρωσε ένα δέντρο που έβγαζε κόκκινους καρπούς σαν κεράσι αλλά χωρίς κουκούτσι. Αφού έφτασε στην παραλία έβαλε τα βόδια στο κύπελλο και έφτασε πίσω στην Ιβηρία, στην Ταρτησσό, όπου και παρέδωσε το κύπελλο στον Ήλιο.
Βιβλιογραφία: "Ελληνική Μυθολογία" - Εκδ. Αθηνών
Ο Ηρακλής ξεκίνησε από τις Μυκήνες για τη μακρινή Δύση, διασχίζοντας όλη την Ευρώπη ώσπου να φτάσει στην Ιβηρία, πριν από το ρεύμα του Ωκεανού. Στο δρόμο, σε κάθε τόπο από όπου περνούσε σκότωνε τα άγρια θηρία που προξενούσαν καταστροφές και τους κακούργους που λήστευαν και σκότωναν τους ανθρώπους. Αφού διέσχισε την Ευρώπη, πέρασε απέναντι στην Αφρική και - αφού έκανε διάφορα κατορθώματα - κατέληξε στην Ταρτησσό, η οποία βρισκόταν στον πορθμό που χωρίζει την Ευρώπη από την Αφρική, εκεί που πίστευαν ότι ήτα το τέλος του κόσμου. Στο μέρος αυτό ο Ηρακλής έστησε δυο μεγάλες στήλες , μία στην Αφρική και μία στην Ευρώπη, σε ανάμνηση του ταξιδιού του, που αργότερα ονομάστηκαν " στήλες του Ηρακλή".
Έπρεπε ο Ηρακλής να περάσει το ρεύμα του Ωκεανού για να φτάσει στο νησί Ερύθεια. Ήταν σε δύσκολη κατάσταση και δεν ήξερε τι να κάνει. Σκέφτηκε ότι μόνο μια λύση υπήρχε να ζητήσει το χρυσό κύπελο του Ήλιου. Το κύπελο αυτό ήταν φτιαγμένο από το θεό Ήφαιστο, ήταν άρμα που το έδενε ο ήλιος στις φοράδες του και με το οποίο ταξίδευε πάνω από τον Ωκεανό όταν ήθελε από τα σκοτάδια της δύσης να φτάσει στην ανατολή και να φέρει το φως της ημέρας. Ο Ηρακλής το ζήτησε και το πήρε από τον Ήλιο ή από τον Νηρέα, αλλά με διαταγή του Ήλιου. Λένε πως ο Ηρακλής τον ανάγκασε να του το δώσει. Ήταν μεσημέρι αποκαμωμένος από τη ζέστη καθόταν στην παραλία μη ξέροντας πως θα φύγει για το νησί. Τότε σήκωσε το τόξο του και σημάδεψε τον Ήλιο. Ο Ήλιος θαύμασε την τόλμη του και για αντάλλαγμα του επέτρεψε να χρησιμοποιήσει το κύπελο με την προϋπόθεση να το επιστρέψει την ίδια μέρη πριν βραδιάσει.
Μπήκε ο Ηρακλής στο κύπελο έχοντας μαζί του το κέρας της Αμάλθειας, του το είχε δώσει ο Ερμής, με όλα τα απαραίτητα τρόφιμα για το ταξίδι. Στη μέση του Ωκεανού άρχισε,μεγάλη τρικυμία και το κύπελο κινδύνευε να βουλιάξει. τότε ο Ηρακλής πήρε το τόξο του και απείλησε τον Ωκεανό και αμέσως η τρικυμία κόπασε.
Ο Ηρακλής μόλις έφτασε στο νησί Ερύθεια έτρεξε αμέσως στο βουνό Άβαντα και σκεφτόταν με ποιο σχέδιο θα αρπάξει τα βόδια του Γηρυόνη. Δυστυχώς όμως τον μυρίστικε ο Όρθος και όρμησε καταπάνω του. Ο Ηρακλής άρπαξε το ρόπαλό του και του έσπασε και τα δυο κεφάλια. Όμως άκουσε τα γαβγίσματα του σκύλου ο Ευρυτίωνας και κατάλαβε ότι κάποιος ξένος είχε πλησιάσει τα βόδια. Μόλις είδε τον Ηρακλή χύμηξε καταπάνω του αλλά ο Ηρακλής τον σκότωσε. Ανενόχλητος ο Ηρακλής μάζεψε τα βόδια και τα πήγαινε προς την παραλία. Όμως τον είδε ο βοσκός του Άδη, ο ο Μενοίτης, και ειδοποίησε το Γηρυόνη που τους πρόλαβε καθώς περνούσαν τον ποταμό Ανθεμούντα. Ο Ηρακλής σκότωσε το Γηρυόνη και τον έθαψε. Στο σημείο που τον έθαψε έβγαινε αίμα και αργότερα φύτρωσε ένα δέντρο που έβγαζε κόκκινους καρπούς σαν κεράσι αλλά χωρίς κουκούτσι. Αφού έφτασε στην παραλία έβαλε τα βόδια στο κύπελλο και έφτασε πίσω στην Ιβηρία, στην Ταρτησσό, όπου και παρέδωσε το κύπελλο στον Ήλιο.
Βιβλιογραφία: "Ελληνική Μυθολογία" - Εκδ. Αθηνών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου